“Μπαμπάκα θέλω παγωτάκι”. “Όχι!”, της είπα και το μετάνιωσα...


του Στρατή Μαζίδη



Αισθάνομαι τόσο στεναχωρημένος και απογοητευμένος που θέλω να το βγάλω από μέσα μου. Πού μας κατάντησε τελικά όλο αυτό το πράγμα που ζούμε τρία χρόνια τώρα; Γίναμε απρόσιτοι και σκληροί. Τα “όχι” που δε λένε οι πολιτικοί, τα λέμε εμείς μαζεμένα στη θέση των “ναι” που θα έπρεπε να λέμε στα παιδιά μας. Όχι πως το “όχι” δε χρειάζεται, απεναντίας, αλλά να μην καταντά συνήθεια. 

Ένας καλός φίλος και συμμαθητής με παίρνει τηλέφωνο. Μου διηγείται τα παρακάτω: 

…”Καλοκαίρι, ζέστη και τα παιδιά ετοιμάζονταν να βγουν μια βόλτα στην πλατεία. Να πάνε στις κούνιες. Να βρουν τους φίλους τους, να παίξουν, να πάρουν τον αέρα τους και να επιστρέψουν”. 

Χαρούμενη η η κόρη μου, μου λέει “μπαμπάκα θέλω να πάω στις κούνιες και να φάω ένα παγωτάκι”. “Όχι!” της είπα ορθά κοφτά “και χθες έφαγες. Θα φέρω εγώ αύριο” από το σούπερ μάρκετ -συνέχισα μέσα μου- με τα ίδια χρήματα που θα πάρετε ένα σκατουλάκι από το περίπτερο. Η μικρή απομακρύνθηκε δίχως να δείξει ότι έδωσε ιδιαίτερη σημασία. 

Όμως σε κλάσματα δευτερολέπτου είχα αρχίσει να αισθάνομαι αρκετά άσχημα. Το μετάνιωσα… Ένας κόμπος πηγαινοερχόταν από το λαιμό στο στομάχι μου. Τι ζήτησε το παιδάκι; Ένα παγωτό. Παράλογο είναι. Κι εγώ της αποκρίθηκα βασισμένος στην ανασφάλεια του αύριο, την αβεβαιότητα του σήμερα και την ακρίβεια του χθες, του σήμερα και του αύριο.”…

 Προσπάθησα να τον ηρεμήσω και να τον δικαιολογήσω. Έχει και αυτός όπως όλοι μας τις πιέσεις του. Το φόβο του. Μήπως κι εγώ κι εσείς δε λέμε καθημερινά “όχι” σε περιπτώσεις που κάποια χρόνια νωρίτερα δε θα το σκεπτόμασταν καν; 

Θυμόμουν που κάποτε πηγαίναμε στο περίπτερο. Με ένα 100ρικο γεμίζαμε παγωτά τη σακούλα και ρέστα τις τσέπες. Οι καιροί φυσικά μπορεί να άλλαξαν, δεν άλλαξαν όμως τα παιδιά. Τότε ήμασταν εμείς, σήμερα είναι τα δικά μας.

 Ευτυχώς είχαμε την τύχη να μεγαλώσουμε σε καλύτερη εποχή και δυστυχώς έχουμε την ατυχία να βλέπουμε ότι δεν μπορούμε να παρέξουμε ή φοβόμαστε να το κάνουμε στα παιδιά ακόμη και αυτά τα μικρά που εμείς απλόχερα τα είχαμε.

 Ίσως γιατί σκεπτόμαστε όπως ο Βέγγος στο “θα σε κάνω βασίλισσα”. Κάνουμε αναγωγές και μέσα στην ανασφάλειά μας καταλήγουμε στο “άσε καλύτερα”. 

Και τελικά τι πονάει περισσότερο; Το χαράτσι του σπιτιού μας ή τα “όχι” που αναγκαζόμαστε πολλές φορές να πούμε στα παιδιά μας; Άλλωστε το χαμόγελό τους δεν είναι που μας δίνει χαρά και το κλάμα τους λύπη; 

Ήθελα μόνο να αποτυπώσω αυτό το πράγμα που μας έχουν κάνει. Μας σκοτώνουν καθημερινά αυτοί οι “άνθρωποι”….



Πηγή: freepen.gr


Σχόλια

  1. έτσι είναι η πραγματικότητα σήμερα και οι τύψεις των γονιών πολύ μεγάλες. Δυστυχώς εκεί φτάσαμε

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Δυστυχώς Ελευθερία..Τουλάχιστον ας κρατήσουμε ζωντανή την ελπίδα για το μέλλον!

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου